Πέμπτη 17 Οκτωβρίου 2013

είσαι τόσο δα μικρούλης

Που να ξέρεις εσύ από αγάπη αληθινή.ανθρώπινη. που το μόνο που σε νοιαζε ήταν η εικόνα σου και το πως θα αποδείξεις ότι έχεις δίκιο. Πως να καταλάβεις το μεγαλείο της αγάπης και του μίσους όταν είσαι ανθρωπάκι. Πως να χορτάσει η ψυχή σου αγάπη όταν όλον αυτόν τον καιρό την τάιζες με ψίχουλα συναισθημάτων. Θα αμαρτήσω εξαιτίας σου ακόμα μια φορά,θα γευτώ την οργή και την επιθυμία για εκδίκηση δίχως να με νοιάζει. Ποτέ δε με νοιαξε τίποτα άλλο από τη στιγμή που σε είδα. Εσύ ήσουν το επίκεντρο κ συ θα παραμείνεις. Με ένα νεύμα σου θα τρέξω κοντά σου για να φύγω και πάλι από την πίκρα που βγάζει η ψυχή σου. Εσύ με ελκύεις εσύ με απωθείς Όλα εσύ. Ειλικρίνεια και ψευτιά, ομορφιά και ασχήμια συνδυασμένα σε μια διαβολικά τέλεια αρμονία. 

Πέμπτη 10 Οκτωβρίου 2013

μπορεί ξανά να μαζέψει τα μαλλιά της...

...και είναι ικανοποιημένη από πράγματα που δεν αγγίζουν την τελειότητα.

Ήταν εξαντλητικό να έχει έναν τέτοιο άνθρωπο δίπλα της και τώρα νιώθει τόσο ξεκούραστη μα τόσο ανήσυχη. Ποιος θα τον αντέξει?ποιος θα κάνει υπομονή στο πλευρό του?ποιος θα τον φροντίζει?ποιος θα χαϊδέψει τον πληγωμένο του εγωισμό?
Tόση αγάπη αλλά και τόση απέχθεια για τον ίδιο άνθρωπο.Tόσο σωστό μα τόσο λάθος.Όσο εκείνος έπαιζε με την υπομονή της εκείνη καθόταν και τον κοιτούσε σαν απλός εξωτερικός παρατηρητής και τώρα σα θηρίο πληγωμένο περιφέρεται απεχθανόμενη την ίδια της τη φύση. Δε θα συγχωρούσε ποτέ τον εαυτό της για τη συγκεκριμένη επιλογή. Το μόνο που την καθησύχαζε ήταν όταν θυμόταν τις φορές εκείνες που τον έκανε να κλάψει. Και αηδιασμένη από την ίδια της την κακία χαιρόταν.
δεν την ένοιαζε πόσο θα πληγωνόταν η ίδια αρκεί να πλήγωνε και αυτόν. Της αρκούσε να ξέρει ότι του πήρε έστω ένα κομματάκι του, μιας και εκείνος της είχε πάρει τα πάντα. Και αυτό το κομματάκι το πήρε, και θα το ποδοπατούσε με όλο το μίσος και το θυμό που τόσο καιρό μαζευόταν μέσα της. Μέχρι να μη μείνει τίποτα, αλλά αυτή θα συνεχίσει να πατάει με μανία τυφλωμένη από τη λύσσα της

Και κοιμάται πλέον δίχως να προσπαθεί να τον χωρέσει στην αγκαλιά της. Πόσο σιχαινόταν το  σαμπουάν του. Άφηνε το υπέροχο αποτύπωμα του παντού. Δεν έβλεπε πως το ξερό του το κεφάλι δε θα τους άφηνε να ζήσουν αυτό που τους άξιζε. Μα πόσο της λείπουν τα φιλιά εκείνα τα δεδομένα, ο τρόπος που ξάπλωνε πάνω της, το ότι δίπλα του δεν ένιωσε ποτέ παραμελημένη.